14.3.08

Μετατοπίσεις


Ξέρεις, είπες
κι έπιασες τις ακτίδες του ήλιου κάνοντας γύρω γύρω όλοι
εκσφδονίζοντάς τον σ’ άλλο γαλαξία.
Κι εγώ προσφέρω χοές και τάματα χίλια
να ξαναγυρίσει έστω και στραπατσαρισμένος.
Σε βλέπω, σκέφτηκες
και μετατόπισες το άστρο μου
να μη βγαίνει πρώτο κάθε αυγή
να μη σβήνει τελευταίο κάθε βράδυ
κι αφού έστειλες τον ήλιο
παρέταξες μπροστά του σύννεφα χίλια
διατάζοντάς τα να μετακινούνται μόνο μεταξύ τους.
Κι έλιωσα τ’ αστέρι μου
και στερέωσα την άκρη του στο χέρι μου
κι έκαμα γέφυρα να περνώ.
Σε διαόλισε η ύβρις
εσένα που την απάθεια τη δίδαξες καλά
σ’ όλο το σύμπαν αιώνες τώρα
δίνοντας μόνο συντεταγμένες υπολογισμένης αντίδρασης
και φύσηξες τέτοιο αέρα μανιασμένο
που ούτε ο Δίας στην εποχή του δε μπορούσε να διατάξει.
Ξεριζώθηκαν όλα
σκόρπισαν όλα
μετακινήθηκαν όλα
μιικρά και μεγάλα.
Κι ούτε ένα θρηνοπούλι δε λαλεί για την καταστροφή.
Ούτε μια μάνα δε μοιρολογά τραγουδώντας
πνίγοντας τα δάκρυά της
μόνο απόμεινε να στενάζει στον ύπνο της τα βράδια.
Ξέχασες πως το’ χα πει
ανεμόσκονης ύλη είμαι
και διέταξα να ξαναγίνω
κι έζησα
Κανείς ποτέ δεν κατάλαβε.
Στα μόριά μου γραμμένα όσα έζησα
όσα ξέχασα κι όσα θα ζήσω
μια καμιά λέξη, ούτε συναίσθημα, ούτε εικόνα
μπορεί να τα μεταδώσει
κι έτσι τα κατάφερες.
Στη μοναξιά μου κλαίω
και ξεχύνονται ποταμοί
να ξαναγράψουν την ιστορία μου
που τα όνειρα μου τη στερούνται πια τα βράδια.