Θες κι εσύ να αγγίζεις το σώμα μου.
Όχι την ψυχή μου...
Μα άλλαξε το χρώμα μου
μια βουτιά στη ζωή σου.
Κι έρημη χώρα
μέσα μου τώρα.
Τώρα ο πόνος μοιάζει αρρωστημένο της αμαρτίας ψέμμα.
Τώρα ο ήλιος στέλνει ματωμένες αχτίδες και σβήνει.
Κανένας πλανήτης δε χωράει την ψυχή μου που απλώνεται.
Βελόνες τρυπούν την καρδιά μου και νιώθω ρευστή... πνιγμένη στο αίμα.
Καμιά αχτίδα δε μεταφέρει τη ματιά μου που καρφώνεται
σ' ό,τι γρήγορα αλλού αναζήτησες να ζήσεις προτού με ζήσεις...
Και ξαφνικά η συναισθηματική μου κλεψύδρα ανατράπηκε.
Γυρνάει προς τα πίσω με γρήγορο ρυθμό.
Πιότερο απ' αυτόν που κυλούσε προς τα μπρος.
Για την κλεψιά αυτή καθόλου δε ντράπηκε.
Ξαναλλάζω το χρώμα μου
με βουτιά στη ζωή μου.
Και τρέχει η ώρα
μέσα μου τώρα...
Αγγίζεις το σώμα μου
μα όχι την ψυχή μου.
Για πόσο; Όσο η κλεψύδρα μου συνεχίζει να κλέβει...να τρέχει...να τρέχει...